Σελίδες

Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2018

Γράφει η Μαγδαληνή Αρτεμισία.


    Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα κορίτσι που το έλεγαν Αγάπη. Ζούσε σε ένα μικρό παλάτι σε μια μακρινή χώρα. Ο πατέρας της ήταν ένας σεβάσμιος γέροντας όπου βασίλευε με δικαιοσύνη και πυγμή. Είχε και μια μεγαλύτερη αδελφή που την ονόμαζαν Αδιαφορία.  Ο Βασιλιάς ήθελε να παντρέψει την μεγάλη του κόρη καθώς έπρεπε να υπάρξει αντικαταστάτης του θρόνου.
   Έτσι διοργάνωσε μια βραδιά χορού στο παλάτι και κάλεσε πριγκιπόπουλα απ ’όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Η Αδιαφορία ήταν μια πανέμορφη κοπέλα που θάμπωνε κάθε έναν που συναντούσε και μάγευε κάθε νέο με την άψογη συμπεριφορά της. Τη βραδιά του χορού, καθόταν με απόμακρο ύφος (Σα να μην είχε κέφι και όρεξη).
    Τότες ήταν που το παλάτι ήταν ήδη γεμάτο απο κόσμο, χρώματα, μουσική και χορό. Την πλησίαζαν παληκάρια με σκοπό να απολαύσουν την παρέα της, αλλά εκείνη αρνιόταν επιδειχτικά. Κάπου στα μέσα της γιορτής, εμφανίστηκε ένα όμορφο πριγκιπόπουλο, άγνωστο ως φάνηκε. Τα μάτια της έλαμψαν και τον κάλεσε να καθίσει δίπλα της. Ο πατέρας της ικανοποιημένος απο αυτό που είδε, διέταξε να γεμίσουν το τραπέζι με όλα τα καλούδια που υπήρχαν στο παλάτι. Δίπλα απο τον βασιλιά καθόταν, πάντα χαμογελαστή και ευχάριστη, η Αγάπη.
   Ήταν πολύ κοινωνική και πρόσχαρη. Κανείς δεν την πρόσεχε με την πρώτη ματιά, όμως όταν κάποιος τη γνώριζε καλύτερα, την ακολουθούσε για πάντα. Είχε πολλούς φίλους και δεν έφευγε σχεδόν ποτέ η χαρά απο το πρόσωπο της. Ο γοητευτικός νέος, μαγεύτηκε απο την ομορφιά της Αδιαφορίας και έμεινε να την κοιτά πλανεμένος όλο το βράδυ. Εκείνη έδειξε να ανταποκρίνεται αρχικά και δε σταμάτησαν να συζητούν ούτε στιγμή.
    Έρωτας ήταν το όνομα του και ξεχώριζε απ’ όλους τους νέους που υπήρχαν πάνω στη γη. Η φήμη του ήταν μεγάλη καθώς και ήταν ο περιζήτητος εραστής και σύζυγος.  Ενθουσιάστηκε με τη νέα του γνωριμία και βρισκόταν για καιρό μαζί της. Εκείνη μέσα σε δύο μήνες περίπου, έχασε κάθε ίχνος ενδιαφέροντος και ο Έρωτας έπεσε σε μεγάλη μελαγχολία. Πήγαινε κάθε πρωί να την δει όμως εκείνη, τον απέφευγε με ένα σωρό δικαιολογίες.
    Ένα απόγευμα μπήκε στην αυλή και κάθισε λυπημένος κάτω απο ένα δέντρο, κοιτάζοντας στο παραθύρι της κάμαρας της, προσπαθώντας να τη δει.  Εκείνη την ώρα έτυχε να περνάει από κει, η Αγάπη. Τον κοίταξε και πόνεσε η καρδιά της, καθώς τα μάτια του ήταν γεμάτα δάκρυα.
  -Τι σε απασχολεί  Έρωτα;
  -Η αδελφή σου με αποφεύγει και τούτο είναι που με πληγώνει.
 -Μη στεναχωριέσαι νέε μου, έτσι γεννήθηκε εκείνη. Αφού πολλές φορές νομίζω πως την γέννησε η Βασίλισσα του παγετού και όχι η μητέρα μας.
   Ο πρίγκιπας σήκωσε τα μάτια του και την κοίταξε. “Μα πως δεν την είχα προσέξει πιο νωρίς” σκέφτηκε. Αμέσως τα δάκρυα χάθηκαν, όπως χάθηκαν και οι άσχημες σκέψεις του μες τα κατακόκκινα μαλλιά της πρόσχαρης κοπέλας.
  - Δεν με πειράζει αυτό, μα το ότι μου έδωσε την ελπίδα της αρεσκείας της κι ύστερα αποτραβήχτηκε.
  - Μην τα σκέπτεσαι αυτά τώρα, σίγουρα θα βρεθεί κάποια που να σου ταιριάζει Έρωτα.
 - Τα λόγια σου, απάλυναν τον πόνο μου, και βάλανε χαρά στη θέση του. Πως είναι το όνομά σου, θύμισε μου.
 - Αγάπη με φωνάζουν…
   Καθώς συζητούσαν η καρδιά του άρχισε να σκιρτά και να φτερουγίζει, όπως ποτέ άλλοτε. Ξέχασε μονομιάς την αδελφή της.  Ερωτεύτηκε τη γλυκιά κοπέλα που μιλούσε αγγίζοντας την καρδιά του και αποφάσισε να την παντρευτεί. Η Αγάπη τον νοιαζόταν και της άρεσε πολύ. Ήταν ορμητικός σαν χείμαρρος και γλυκός σαν το νέκταρ. Καθόλου λογικός όπως διαπίστωσε στην πορεία, αλλα κατάφερνε να τον φέρνει στα νερά τους.
    Τελικά παντρεύτηκαν οι δύο νέοι και έκαναν ένα κοριτσάκι, την Αρμονία και το διάδοχο του θρόνου, τον Σεβασμό. Ο βασιλιάς χαρούμενος με την έκβαση της επιθυμίας του, δώρισε την περιουσία του στην Αγάπη και τον Έρωτα.
    Η Αδιαφορία, έφυγε μόνη της απο τη ζωή…
   Φημίζεται ότι το πνεύμα της στοιχειώνει τους ανθρώπους που έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους και τους κάνει παρέα ζώντας μίζερα και αποστασιοποιημένα απο κάθε ψυχική ευτυχία…

Μαγδαληνή Αρτεμισία
 
Μου αρέσει η απλότητα και η ειλικρίνεια. Σε γενικά πλαίσια είμαι αυθόρμητη και βαθειά συναισθηματική...
Αφήνω τα γραπτά μου να μιλήσουν ... Έχουν τόσα να πουν, που πραγματικά δεν έχει σημασία απο
ποιόν γράφονται μα το τί πραγματικά έχουν να προσφέρουν.. Και όταν προσφέρεται Τροφή για
Σκέψη, είναι ό,τι πιο εποικοδομητικό και θετικό  μπορεί να δοθεί στον κάθε αναγνώστη.